Ο κλάδος της φυσικής που εξετάζει την κίνηση των σωμάτων του περιβάλλοντός μας, τα αίτια που προκαλούν τις κινήσεις (δηλ. τις δυνάμεις), καθώς και τις συνθήκες ισορροπίας των σωμάτων.
Επειδή από ανάγκη για την απλο[GLi]ποίηση της μελέτης των φαινομένων χρησιμοποιείται η θεωρητική έννοια του υλικού σημείου, ενώ από άποψη δράσης των εσωτερικών δυνάμεων συνοχής υπάρχει ο διαχωρισμός των στερεών και ρευστών σωμάτων, η μηχανική υποδιαιρείται στη μηχανική του υλικού σημείου, στη μηχανική των στερεών σωμάτων και στη μηχανική των ρευστών.
Καθένας από αυτούς τους κλάδους υποδιαιρείται:
α) στη στατική, η οποία μελετά τις δυνάμεις που δρουν πάνω στα διάφορα σώματα και τις συνθήκες ισορροπίας τους.
β) στην κινηματική, η οποία μελετά τις κινήσεις ανεξάρτητα από τις δυνάμεις που τις προκαλούν.
γ) στη δυναμική, η οποία εξετάζει τις κινήσεις σε σχέση με τις δυνάμεις που τις προκαλούν.
Η διαίρεση της μηχανικής που αναφέρθηκε, είναι παραδοσιακή και γίνεται περισσότερο για λόγους κατανομής και κατάταξης των φαινομένων.
Αν χρησιμοποιήσουμε τη θεωρία του Ντ’ Αλαμπέρ, [GLi]τα προβλήματα της μηχανικής μετατρέπονται σε προβλήματα καθαρής στατικής, ενώ υπάρχει και η αντίθετη δυνατότητα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της μηχανικής από καθαρά δυναμική άποψη.
Σύμφωνα με διαφορετική θεώρηση, η μηχανική διακρίνεται σε κλασική και κβαντική. Η κλασική μηχανική είναι διαποτισμένη από την αρχή της συνέχειας των φυσικών φαινομένων και αποτελεί μια οριακή περίπτωση, όταν οι ταχύτητες κίνησης είναι ασήμαντες σε σχέση με την ταχύτητα διάδοσης του φωτός, που για τον Αϊνστάιν είναι το όριο της μηχανικής ταχύτητας στο κενό. Η συνεχής εξέλιξη των φαινομένων δίνει τη δυνατότητα για μια ολοκληρωτική παραστατική αισθητοποίηση, ενώ η αρχή της αιτιότητας διατηρείται με αυστηρότητα. Από τους υπολογισμούς της κλασικής μηχανικής λείπει η σταθερά δράσης του Πλανκ (h), η οποία έχει σχεδόν μηδενική τιμή.
Η ασυνέχεια, η οποία παρατηρήθηκε σε φαινόμενα ατομικής κλίμακας, ήταν η ένδειξη για την ανάγκη διαχωρισμού ή διαφορετικής θεώρησης των φαινομένων, που παλιότερα ήταν αντικείμενα μελέτης της κλασικής μηχανικής. Στην κβαντική μηχανική παρουσιάζεται μια ασυνεχής εξέλιξη των φαινομένων, ανάλογη προς τον κβαντικό τους χαρακτήρα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία υλοποίησής τους, ώστε να γίνονται αμέσως αντιληπτά, ενώ απομένει ο δρόμος της μαθηματικής ανάλυσης για την περιγραφή της πορείας των φαινομένων.
Ο ρόλος της σταθεράς του Πλανκ είναι πρωταρχικός και διαμορφωτικός, ώστε να αποτελεί κριτήριο ή παράγοντα σε κάθε σχέση της κβαντικής μηχανικής (βλ. λ. κβαντομηχανική).
Η κλασική μηχανική, στηριγμένη σε αξιώματα και σε πειραματικά επαληθευμένες υποθέσεις, προχώρησε με τις [GLi] μελέτες του Αρχιμήδη, του Ντα Βίντσι, του Γαλιλαίου, του Νεύτωνα και άλλων γνωστών και άγνωστων επιστημόνων. Χρησιμοποίησε το μηχανικό λογισμό ως κλειδί για την έρευνα και μέσο για τη διατύπωση και την περιγραφή των φαινομένων και έφτασε στο τέλος του 19ου αιώνα έχοντας βασικές αδυναμίες στην εξήγηση φαινομένων τα οποία εξελίσσονται με ταχύτητες που πλησιάζουν την ταχύτητα του φωτός. Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν (μερική και γενικευμένη) ήρθε ως λύση και προέκταση της κλασικής μηχανικής, αποτέλεσε την απαραίτητη γενίκευσή της και έγινε η γέφυρα που έφερε τα προβλήματα της κλασικής μηχανικής στον κόσμο της κβαντομηχανικής, όπου κυριαρχούν οι πιθανότητες.