Διάδοσης

Διάδοσης – Diadosis

Διάδοσις   =  μετάδοση, εξάπλωση, διανομή, φήμη ειδήσεις. Επίσης το διαδίδω (-ομαι)  =  Κάνω[GLi]κάτι γνωστό, ή, ενεργώ ώστε να γίνει γνωστό σε πολλούς._. . . .    Π. Χ. = 1). …

Διάδοσης – Diadosis Διάβασε περισσότερα