Διάδοσης – Diadosis

Διάδοσης

Διάδοσις   =  μετάδοση, εξάπλωση, διανομή, φήμη ειδήσεις.

Επίσης το διαδίδω (-ομαι)  =  Κάνω[GLi]κάτι γνωστό, ή, ενεργώ ώστε να γίνει γνωστό σε πολλούς._. . . .

   Π. Χ. = 1). Διέδωσαν τα νέα παντού. –  2). Κάνω κάτι να πάρει έκταση, να εξαπλωθεί, (κοινώς διαδίδω, μεταδίδω…).

Ρήμα  =  Διαδίδω, Διαδίδομαι, Διαδίδει, μεταδίδω,

Αόριστος = διέδωσα,   παθ. Αόριστος = διαδόθηκα

Διαδεδομένος,

Η διάδοση, η διάδοσις,

Σχετικά με Γεώργιος Λυμπερόπουλος

Είμαι Ηλεκτρονικός όπου τα τελευταία μου τωρινά χρόνια έμαθα να χειρίζομαι τους Ηλεκτρονικούς υπολογιστές, από την κατασκευή αλλά και από τον προγραμματισμό τους θα έλεγα πολύ καλά. Ευχαριστώ που διαβάζετε την ιστοσελίδα μου!

Δείτε όλα τα άρθρα του/της Γεώργιος Λυμπερόπουλος →

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *