Ορφέας & Ευρυδίκη – Orfeas & Evridiki

Ορφέας & Ευρυδίκη

Σύμφωνα όμως με άλλο μύθο ήταν γιος του Απόλλωνα και της Μούσας Καλλιόπης, γιατί οι άνθρωποι ήθελαν να συνδέσουν το μύθο του Ορφέα με το θεό και τη μουσική.

   Πίστευαν πως τον Ορφέα[GLi]ξεχώρισε απ’ όλους ο Απόλλωνας για να του προσφέρει τη λύρα του, αυτή που του είχε χαρίσει ο Ερμής, ενώ οι Μούσες, αδερφές της μητέρας του, του έμαθαν να τη χρησιμοποιεί και μάλιστα με τόση τέχνη και επιδεξιότητα, ώστε κατόρθωνε θαύματα. Το τραγούδι και οι ήχοι της λύρας του, λένε, είχαν τη δύναμη να μαγεύουν τα άγρια θηρία, που άφηναν τις φωλιές τους και τον τριγύριζαν, είχαν τη δύναμη να κάνουν τα δέντρα και τους βράχους να μετακινούνται από τις θέσεις τους, τα ψάρια να πηδούν μπροστά του από τα γαλάζια νερά της θάλασσας.

   Ο Ορφέας πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, ταξίδεψε μαζί με τους Αργοναύτες στην Κολχίδα και με τη μουσική του τους βοήθησε να ξεπεράσουν πολλές δυσκολίες γαλήνεψε τη θάλασσα, όταν στο ταξίδι τους συνάντησαν μεγάλη θαλασσοταραχή, εξουδετέρωσε την αγριότητα του δράκοντα που φρουρούσε το χρυσόμαλλο δέρας, ημέρεψε τις Συμπληγάδες τόσο μεγάλη ήταν η μαγική επίδραση που ασκούσε η μουσική του.

   Μετά την επιστροφή του από την Αργοναυτική εκστρατεία και ενώ πάνω στα βουνά της Θράκης ασχολούνταν με τη λύρα και το τραγούδι μέσα στην όμορφη φύση, γνώρισε και παντρεύτηκε την Ευρυδίκη, μια από τις Δρυάδες Νύμφες.

   Τη νιόπαντρη Ευρυδίκη όμως την ερωτεύτηκε ο Αρισταίος, γνωστός μελισσουργός, που περηφανευόταν για τις μέλισσές του, και επιχείρησε να την πλησιάσει. Στην προσπάθειά της η Ευρυδίκη να τον αποφύγει πάτησε ένα φίδι που τη δάγκωσε και πέθανε από τη φαρμακερή δαγκωματιά του. Λυπημένος ο Ορφέας για τον τόσο πρόωρο και άδικο χαμό της γυναίκας του προσπαθούσε να καταπραΰνει τον πόνο του με τη λύρα και τα τραγούδια. Άδικα όμως.

    Η εικόνα της Ευρυδίκης ήταν συνέχεια μπροστά του.

   Και τότε, αναζητώντας την, πήρε το δρόμο για[GLi]το βασίλειο των νεκρών, στο οποίο πριν απ’ αυτόν είχαν κατορθώσει να φτάσουν λίγοι ζωντανοί, ο Θησέας και ο Πειρίθους, που ήθελαν να ληστέψουν την Περσεφόνη, και ο Ηρακλής, που έφερε πάνω στη γη τον Κέρβερο.

Όταν έφτασε εκεί, με τους αρμονικούς ήχους της λύρας του και το θρηνητικό του τραγούδι, τους μάγεψε όλους.  Μάγεψε τον Χάρωνα, που άφησε τη βάρκα του για να ακολουθήσει τον τραγουδιστή Ορφέα μάγεψε και τον Κέρβερο, το φοβερό τέρας, φύλακα των πυλών του Κάτω Κόσμου, που σταμάτησε να γαβγίζει, αλλά και σταμάτησε για λίγο τα βασανιστήρια των τιμωρημένων στον Άδη. Έτσι έπαψε να γυρίζει ο τροχός του Ιξίωνα, σταμάτησε να τρώγεται το συκώτι του Τιτυού, ξέχασε ο Τάνταλος την αιώνια πείνα και δίψα, σταμάτησε ο Σίσυφος το ανέβασμα της πελώριας πέτρας στο βράχο.  Συγκινήθηκε[GLi]το πλήθος των ψυχών, που συγκεντρώθηκε γύρω από τον Ορφέα και ξέσπασε σε κλάμα. Μαλάκωσε και η σκληρή καρδιά του βασιλιά του αιώνιου σκοταδιού, του Πλούτωνα και της γυναίκας του της Περσεφόνης. Έδωσαν λοιπόν στον Ορφέα την άδεια να ανεβάσει την Ευρυδίκη στον Επάνω Κόσμο.

   Του έβαλαν όμως έναν όρο:  να μη γυρίσει πίσω να τη δει, καθώς θα τον ακολουθούσε, πριν φτάσει στο βασίλειο του φωτός.

   Χαρούμενος ο Ορφέας που πέτυχε το σκοπό του ανέβαινε μέσα από το σκοτεινό πέρασμα του Άδη και τον ακολουθούσε η Ευρυδίκη οδηγημένη από τους ήχους της λύρας του. Δεν μπόρεσε όμως να συγκρατήσει τον πόθο του να δει τη μορφή της αγαπημένης του, που ερχόταν πίσω του σαν σκιά και, όταν έφτασε στο σημείο που άρχιζε το φως, δεν άντεξε και γύρισε το κεφάλι του να δει, αν εκείνη ακόμη τον ακολουθεί. Και τότε η Ευρυδίκη εξαφανίστηκε αμέσως και ο Ορφέας την έχασε για πάντα.

   Η Ευρυδίκη ξαναγύρισε στον Άδη, στον κόσμο των σκιών. Άδικα ο Ορφέας προσπάθησε να την ακολουθήσει, να γυρίσει μαζί της στον Κάτω Κόσμο. Λυπημένος βαθιά και χωρίς την αγαπημένη του, βρέθηκε στον Επάνω Κόσμο. Μέσα στον πόνο και στη θλίψη για τον οριστικό πια χαμό της γυναίκας του ο Ορφέας αποστρεφόταν πια όλες τις γυναίκες. Από τις ιδέες του μάλιστα αυτές επηρεάστηκαν οι άνδρες της Θράκης και απέφευγαν τις δικές τους γυναίκες.  Ξεσηκώθηκαν τότε αυτές και κατακρεούργησαν τον [GLi] Ορφέα, αλλά οι Μούσες μάζεψαν και έθαψαν τα μέλη του. Πήραν όμως οι φόνισσες το κεφάλι του Ορφέα, το κάρφωσαν στη λύρα του, που δεν ξαναβρήκε πια άξια χέρια, και το έριξαν στη θάλασσα ή στον Έβρο.

   Και αυτό κυλώντας μέσα στα νερά εξακολουθούσε να παίζει λύρα και να τραγουδάει, ώσπου έφτασε στη Λέσβο. Εκεί θάψανε το κεφάλι στο ιερό του Διόνυσου, ενώ τη λύρα τη φύλαξαν στο ναό του Απόλλωνα.  Αργότερα μιλούσαν και για χρησμούς που έπαιρναν οι άνθρωποι από το κεφάλι του τραγουδιστή, ώσπου ο Απόλλωνας αγαναχτισμένος, γιατί τα δικά του μαντεία είχαν ερημωθεί, επέβαλε στο κεφάλι τη σιωπή. Αλλά και για τη λύρα, που ήταν στο ναό του Απόλλωνα, λένε, ότι ο Δίας κάνοντας χάρη στις Μούσες, την τοποθέτησε στον ουρανό και την έκανε αστερισμό.

   Σε άλλους μύθους αναφέρονται άλλες αιτίες για το θάνατο και το σπαραγμό του Ορφέα. Λένε ότι όταν ο Ορφέας γύρισε από τον Άδη, δε λάτρευε και δεν τιμούσε τον Διόνυσο, αλλά προτιμούσε τον ΉλιοΑπόλλωνα κηρύσσοντας ότι ήταν ο μεγαλύτερος απ’ όλους τους θεούς. Εξοργίστηκε έτσι ο Διόνυσος κι έστειλε εναντίον του τις Μαινάδες στο Δίο της Μακεδονίας.

   Εκεί σε ναό του Απόλλωνα υπηρετούσε ως ιερέας ο Ορφέας.

        Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΟΡΦΕΑ

   Όταν έφτασαν εκεί οι Μαινάδες, περίμεναν πρώτα να μπουν στο ναό οι σύζυγοί τους, άρπαξαν ύστερα τα όπλα, μπήκαν μέσα και σκότωσαν τους άνδρες και τον Ορφέα και κομμάτιασαν το σώμα του. Κλαίγοντας οι Μούσες πήραν τα μέλη του και τα έθαψαν στους πρόποδες του Ολύμπου στα Λείβηθρα, όπου τ’ αηδόνια, λένε, κελαηδούν πιο γλυκά και πιο δυνατά από οπουδήποτε αλλού.

   Οι Μαινάδες κατόπιν πήγαν στον ποταμό Ελικώνα να πλυθούν και να καθαριστούν από το αίμα του Ορφέα. Ο ποταμός, που δεν ήθελε, καθαρίζοντας τις Μαινάδες, να γίνει συνεργός τους στο φόνο, εξαφανίστηκε από την επιφάνεια για ένα μεγάλο διάστημα και εξαφανίστηκε με το νέο όνομα Βαφύρας.

   Για το θάνατο του Ορφέα υπάρχει κι άλλος μύθος λένε πως ύστερα από το γυρισμό του από τον Άδη, ο Δίας τον χτύπησε με τον κεραυνό του, γιατί ο Ορφέας αποκάλυψε στους ανθρώπους θεϊκά μυστικά, στα οποία μυήθηκε ο ίδιος από την επίσκεψή του στον Κάτω Κόσμο. Με το όνομα του Ορφέα, του μυθικού αυτού ποιητή και ήρωα, συνδέονται ο ορφισμός, τα ορφικά [GLi] μυστήρια και τα ορφικά ποιήματα. Ο ορφισμός και η διδασκαλία του είναι ένα σύνολο από δόγματα, μυστήρια, φιλοσοφικές αρχές και διάφορες μυστικές τελετές. Για τις ορφικές μυήσεις βέβαια και τελετουργίες δε γνωρίζουμε πολλά πράγματα, όπως δε γνωρίζουμε και για τα άλλα μυστήρια της αρχαιότητας. Θα πρέπει να γίνονταν μυστικά και όχι πάντα σε καθορισμένους τόπους λατρείας. Κέντρο του ορφισμού και της διδασκαλίας του είναι ο Διόνυσος, γιος του Δία και της θεάς του Κάτω Κόσμου Περσεφόνης. Αυτός είναι που εμψυχώνει τους Ορφικούς, ώστε ν’ αποχτήσουν θρησκευτική συνείδηση, και αυτός λατρεύεται με ενθουσιαστικά όργια.

    Εκείνο που επιδιώκεται είναι η μυστική ένωση μ’ αυτόν, με την έκσταση.

   Τον Διόνυσο, σύμφωνα με το μύθο, τον σκότωσαν και τον έφαγαν οι Τιτάνες για να εκδικηθούν τον πατέρα του, τον Δία, που τους νίκησε στην Τιτανομαχία. Ο Δίας όμως κατακεραύνωσε τους Τιτάνες και από τη στάχτη τους δημιουργήθηκαν οι άνθρωποι.

   Έτσι, σύμφωνα με τους Ορφικούς, οι άνθρωποι είχαν μέσα τους και το θεϊκό στοιχείο, την ψυχή, γιατί οι Τιτάνες έφαγαν το θεό Διόνυσο, και[GLi] την άγρια φύση των Τιτάνων, γιατί πλάστηκαν από τη στάχτη τους, το σώμα.

   Με τον Διόνυσο λοιπόν και τη λατρεία του πίστευαν οι οπαδοί του ορφισμού ότι οδηγούνται στη σωτηρία της ψυχής τους και την αιώνια ευτυχία. Προϋπόθεση, για να αποφύγουν την τιμωρία μετά το θάνατό τους, είναι η αγνή ζωή

   Επομένως επιδίωξη των Ορφικών ήταν η ψυχική και ηθική διάπλαση των ανθρώπων, ο περιορισμός των κακών προθέσεων και πράξεών τους και κυρίως η ηθική διαπαιδαγώγησή τους.

Ο Τάνταλος, ήταν γιος του Δία ή του Τμώλου και της Πλουτώς. Ήταν βαθύπλουτος βασιλιάς της Παφλαγονίας (ή της Φρυγίας ή της Λυδίας). Έδρα του είχε τη Σίπυλο (ή την Κόρινθο ή το Άργος). Από την Ευρυάνασσα (ή την Πλειάδα Ταϋγέτη ή την Υάδα Διώνη) απέκτησε τρία παιδιά, τον Πέλοπα, τον Βροντέα και τη Νιόβη. Οι θεοί τον αγαπούσαν, γι’ αυτό τον καλούσαν συχνά στο τραπέζι τους. Αυτός όμως ασέβησε προς τους θεούς, σφάζοντας τον ίδιο το γιο του και προσφέροντάς τον ως γεύμα στους θεούς ή, κατ’ άλλους, κλέβοντας και προδίδοντας στους ανθρώπους τα μυστήρια του Δία.

Για να τον τιμωρήσουν οι θεοί τον καταδίκασαν σε αιώνια πείνα και δίψα.

Τον τοποθέτησαν μέσα σε μια λίμνη, κάτω από καρποφόρα δέντρα όταν έσκυβε να πιει, το νερό υποχωρούσε και απομακρυνόταν όταν ύψωνε το χέρι για να κόψει καρπό, τα κλαδιά του δέντρου ανυψωνόταν.[GLi] Οι απόγονοι του Τάνταλου διατήρησαν τα άγρια πάθη του προγόνου τους και διαιώνισαν τα εγκλήματα.

Ο Έβρος, ήταν γιος του βασιλιά της Θράκης Κάσσανδρου. Τον ερωτεύτηκε η μητριά του, αυτός όμως δε δέχτηκε τον έρωτά της και εκείνη τον συκοφάντησε στον Κάσσανδρο. Τότε ο Έβρος έπεσε και πνίγηκε στον ποταμό Ρόμβο, που από τότε πήρε το όνομά του.

Σχετικά με Γεώργιος Λυμπερόπουλος

Είμαι Ηλεκτρονικός όπου τα τελευταία μου τωρινά χρόνια έμαθα να χειρίζομαι τους Ηλεκτρονικούς υπολογιστές, από την κατασκευή αλλά και από τον προγραμματισμό τους θα έλεγα πολύ καλά. Ευχαριστώ που διαβάζετε την ιστοσελίδα μου!

Δείτε όλα τα άρθρα του/της Γεώργιος Λυμπερόπουλος →

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *