Εφεύρεση – invention

Εφεύρεση

Κάθε ανθρώπινη επινόηση με την οποία κατασκευάζεται κάποιο χρήσιμο όργανο, ή μηχάνημα, ή επινοείται μια νέα μέθοδος παραγωγής ή τεχνικής εργασίας.

Η έννοια της εφεύρεσης[GLi] διαφέρει από την έννοια της ανακάλυψης κατά το ότι η τελευταία χαρακτηρίζει την πρώτη εύρεση υλικού σώματος που υπήρχε προηγουμένως, ή ενός φυσικού νόμου ή φαινομένου.

Γραμματική :  Είναι ουσιαστικό θηλυκό που προφέρετε, η εφεύρεση.

Κλίνετε :  ως εξής :

στον Ενικό Αριθμό :

Η εφεύρεση, της εφεύρεσης την εφεύρεση, ω εφεύρεση.

Στον Πλυθυντικό Αριθμό :

Οι εφευρέσεις, των εφευρέσεων, τις εφευρέσεις, ώ εφευρέσεις.

Σχετικά με Γεώργιος Λυμπερόπουλος

Είμαι Ηλεκτρονικός όπου τα τελευταία μου τωρινά χρόνια έμαθα να χειρίζομαι τους Ηλεκτρονικούς υπολογιστές, από την κατασκευή αλλά και από τον προγραμματισμό τους θα έλεγα πολύ καλά. Ευχαριστώ που διαβάζετε την ιστοσελίδα μου!

Δείτε όλα τα άρθρα του/της Γεώργιος Λυμπερόπουλος →

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *