Κατά μία παραλλαγή, η Αντίκλεια τον είχε αποκτήσει από το Σίσυφο και σ’ αυτόν το φυσικό του πατέρα ο Οδυσσέας όφειλε την επινοητικότητα, την πονηριά αλλά και τη δολιότητα που διέκρινε ορισμένες ενέργειές του.
Ο Οδυσσέας είναι[GLi]ο κεντρικός ήρωας της ομηρικής «Οδύσσειας». Τα κατορθώματα και οι περιπέτειές του όμως κατέχουν κυρίαρχη θέση σε όλο τον επικό κύκλο του τρωικού πολέμου («Κύπρια έπη», «Αιθιοπίς», «Μικρά Ιλιάς», «Ιλίου πέρσις»).
Νέος ακόμη πήγε στον παππού του, τον Αυτόλυκο, πατέρα της μητέρας του, που ζούσε στον Παρνασσό, και πήρε μέρος σε κυνήγι κάπρου. Εκεί πληγώθηκε στο γόνατο και η πληγή τού άφησε σημάδι, από [GLi] το οποίο τον αναγνώρισε η παραμάνα του Ευρύκλεια, όταν, μετά τον τρωικό πόλεμο και τη δεκάχρονη περιπλάνησή του, ξαναγύρισε στην Ιθάκη.
Ο Οδυσσέας ήταν ένας από τους πολλούς υποψήφιους μνηστήρες, βασιλιάδες από διάφορες ελληνικές πόλεις, που συγκεντρώθηκαν στη Σπάρτη για να διεκδικήσουν ως γυναίκα τους την ωραία Ελένη. Ο Τυνδάρεως, πατέρας της Ελένης, ανησυχούσε μήπως οι άλλοι μνηστήρες κάνουν κακό [GLi] σε αυτόν που τελικά θα επιλεγόταν. Τότε ο Οδυσσέας, που έβλεπε πως δεν είχε ελπίδες, του υπέδειξε να τους ορκίσει ότι θα βοηθούσαν όποιον έπαιρνε την Ελένη σε περίπτωση που κάποιος θα επιβουλευόταν το γάμο. Ο όρκος αυτός έδεσε τους μνηστήρες και όχι μόνο δεν έβλαψαν το Μενέλαο, που έγινε τελικά άντρας της Ελένης, αλλά και τους υποχρέωσε να πάρουν μέρος στον τρωικό πόλεμο, για να εκδικηθούν την προσβολή που έγινε στο γάμο του από τον Πάρη. Ως αντάλλαγμα για την πολύτιμη συμβουλή του ο Οδυσσέας ζήτησε από τον Τυνδάρεω να τον βοηθήσει να πάρει γυναίκα του την κόρη του Ικάριου Πηνελόπη, όπως και έγινε. Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Οδυσσέας πήρε την Πηνελόπη, αφού νίκησε τους άλλους υποψήφιους μνηστήρες της σε αγώνα δρόμου, που είχε θέσει ο Ικάριος.
Ο όρκος του Τυνδάρεου δέσμευε βέβαια και τον Οδυσσέα. Όταν όμως άρχισε η συγκέντρωση των Ελλήνων ηγεμόνων για την εκστρατεία κατά της Τροίας, ο Οδυσσέας, που δεν ήθελε να αποχωριστεί [GLi] την Πηνελόπη και το γιο του Τηλέμαχο, που ήταν ακόμη βρέφος, προφασίστηκε τον τρελό, για να αποφύγει τη συμμετοχή του.
Τον αποκάλυψε όμως ο γιος του Ναύπλιου Παλαμήδης, που άρπαξε από την αγκαλιά της Πηνελόπης το μικρό Τηλέμαχο και απείλησε να τον σφάξει. Ο Οδυσσέας σταμάτησε τότε να υποκρίνεται. Δε συγχώρεσε όμως τον Παλαμήδη. Αργότερα, στην Τροία, κατασκεύασε ενοχοποιητικά στοιχεία και τον κατηγόρησε για προδοσία, με αποτέλεσμα ο γιος του Ναύπλιου να καταδικαστεί και να εκτελεστεί με λιθοβολισμό, ύστερα από εντολή του Αγαμέμνονα.
Με τη σειρά του ο Οδυσσέας αποκάλυψε τον Αχιλλέα, που κρυβόταν στη Σκύρο, στην αυλή του βασιλιά Λυκομήδη, μεταμφιεσμένος σε γυναίκα, γιατί, σύμφωνα με ένα χρησμό, θα σκοτωνόταν αν πήγαινε στη Τροία. Ο Οδυσσέας είπε στους ανθρώπους του να χτυπήσουν πολεμική σάλπιγγα και τότε, ενώ οι κοπέλες έτρεξαν τρομαγμένες να κρυφτούν, ο Αχιλλέας άρπαξε ένα ξίφος για να πολεμήσει. Έτσι αποκαλύφθηκε και ακολούθησε την πανελλήνια εκστρατεία στην Τροία, όπου βρήκε το θάνατο.
Ο Οδυσσέας πήρε μέρος στην εκστρατεία της Τροίας με 12 πλοία επικεφαλής πολεμιστών από την Ιθάκη, την Κεφαλληνία, τη Ζάκυνθο και το Δουλίχιο. Στη διάρκεια των δεκάχρονων επιχειρήσεων του πολέμου διακρίθηκε ιδιαίτερα για την τόλμη και τη γενναιότητά του αλλά και για την πανουργία και την επινοητικότητά του.
Τα σημαντικότερα από τα κατορθώματά του, εκτός[GLi]από τις συμμετοχές του στις μάχες, ήταν, όπως αναφέρονται στην «Ιλιάδα» και στα άλλη έπη του τρωικού κύκλου, τα ακόλουθα:
Μαζί με το Διομήδη, σε μια νυχτερινή επιχείρηση, συνέλαβαν τον κατάσκοπο Δόλωνα, σκότωσαν το σύμμαχο των Τρώων βασιλιά της Θράκης Ρήσο και πήραν τα φημισμένα άλογά του. Όταν σκοτώθηκε ο Αχιλλέας, ο Οδυσσέας και ο Αίας ο Τελαμώνιος κατόρθωσαν, αποκρούοντας με σκληρή μάχη τις επιθέσεις των Τρώων, να πάρουν την πολύτιμη πανοπλία και το σώμα του νεκρού ήρωα. Στη συνέχεια άξιος να πάρει την πανοπλία κρίθηκε ο Οδυσσέας, γεγονός που έκανε τον Αίαντα, ο οποίος επίσης τη διεκδικούσε, να παραφρονήσει και τελικά να αυτοκτονήσει.
Το δέκατο χρόνο του πολέμου ο μάντης Κάλχας πρόβλεψε ότι η Τροία θα έπεφτε μόνο αν έφερναν εκεί το τόξο του Ηρακλή, που το είχε ο εγκαταλειμμένος στη Λήμνο Φιλοκτήτης. Ο Οδυσσέας και ο Διομήδης πήγαν στη Λήμνο και έπεισαν το Φιλοκτήτη να πάει στην Τροία με το τόξο του Ηρακλή και να πάρει μέρος στον πόλεμο.
Ο Κάλχας πάλι συμβούλεψε να πιάσουν τον Τρωαδίτη μάντη Έλενο, που γνώριζε όσα έπρεπε να εκπληρωθούν για να κυριευθεί η Τροία. Το έργο ανέλαβε ο Οδυσσέας, που αιχμαλώτισε τον Έλενο και τον ανάγκασε να φανερώσει ότι έπρεπε να φέρουν στο τρωικό πεδίο το γιο του Αχιλλέα Νεοπτόλεμο και να πάρουν από την Τροία το ιερό παλλάδιο (ξύλινο μικρό ομοίωμα[GLi]της θεάς Αθηνάς), γιατί, όσο αυτό βρισκόταν μέσα στην πόλη, δε θα μπορούσαν οι Έλληνες να την κυριέψουν.
Ο Οδυσσέας πήγε στη Σκύρο και έφερε από εκεί στην Τροία το Νεοπτόλεμο, στον οποίο παρέδωσε και τα όπλα του πατέρα του. Μετά, μεταμφιεσμένος με κουρέλια σε ζητιάνο, μπήκε κρυφά τη νύχτα στην Τροία, συζήτησε με την Ελένη, που τον αναγνώρισε αλλά δεν τον μαρτύρησε, και έκλεψε με τη βοήθεια του Διομήδη το παλλάδιο. Τέλος, με έμπνευση και υπόδειξη του[GLi]Οδυσσέα, ο Επειός κατασκεύασε το Δούρειο ίππο, όπου κλείστηκε και ο ίδιος ο βασιλιάς της Ιθάκης, μαζί με άλλους Αχαιούς, και έτσι πραγματοποιήθηκε η άλωση της Τροίας.
Οι περιπέτειες και οι περιπλανήσεις του Οδυσσέα από τη στιγμή που, μετά την άλωση της Τροίας, άρχισε το ταξίδι της επιστροφής, είναι το θέμα του έπους της «Οδύσσειας», της οποίας είναι ο κεντρικός ήρωας. Στο ταξίδι αυτό, που κράτησε δέκα ολόκληρα χρόνια (όσα και η πολιορκία της Τροίας), έπρεπε, κοντά στα άλλα, να αντιμετωπίσει την οργή του Ποσειδώνα, αλλά είχε και την προστασία και την καθοδήγηση της Αθηνάς. Έτσι, όταν τελικά ο Οδυσσέας, ξεπερνώντας κυρίως με την ευφυΐα του και την επινοητικότητά του όλα τα εμπόδια, θα έφτανε στην ποθητή γη της Ιθάκης, θα έφτανε μόνος, έχοντας χάσει όλους τους συντρόφους και τα καράβια του.
Μόλις άρχισαν το ταξίδι της επιστροφής από την Τροία, δυνατοί άνεμοι έφεραν τα πλοία τους στη Θράκη, όπου κατέλαβαν και λεηλάτησαν την πόλη των Κικόνων Ίσμαρο. Εναντίον τους επιτέθηκαν από το εσωτερικό της χώρας οι Κίκονες και στη μάχη που έγινε ο Οδυσσέας έχασε 72 συντρόφους του, 6 από κάθε καράβι. Στη συνέχεια προσέγγισαν στη χώρα των Λωτοφάγων, από όπου ο Οδυσσέας απέσπασε με τη βία όσους συντρόφους του έφαγαν λωτούς και λησμόνησαν την επιστροφή στην πατρίδα.
Από εκεί έφτασαν στη χώρα των άνομων Κυκλώπων. Μετά τη γνωστή περιπέτεια στη σπηλιά του Πολύφημου, όπου χάθηκαν άλλοι έξι σύντροφοι του Οδυσσέα και από όπου γλίτωσαν με τέχνασμα και αφού τύφλωσαν τον Κύκλωπα, πήγαν στο νησί του Αιόλου, τον οποίο ο Δίας είχε ορίσει φύλακα [GLi] των ανέμων. Αυτός τους καλοδέχτηκε, τους φιλοξένησε ένα μήνα και μετά έδωσε στον Οδυσσέα ένα ασκί, όπου είχε κλείσει όλους τους ανέμους, εκτός από τον ευνοϊκό Ζέφυρο. Ενώ όμως πλησίαζαν πια στην Ιθάκη, ο Οδυσσέας κουρασμένος αποκοιμήθηκε και οι σύντροφοί του άνοιξαν το ασκί, νομίζοντας ότι είχε μέσα χρυσάφι και ασήμι. Τότε ξεχύθηκαν όλοι οι άνεμοι και ισχυρή θύελλα έφερε πάλι τα πλοία στο νησί του Αιόλου, που αυτή τη φορά αρνήθηκε να τους βοηθήσει, γιατί, όπως είπε, τους εχθρεύονταν οι θεοί. Στη συνέχεια προσέγγισαν στη χώρα των ανθρωποφάγων γιγάντων Λαιστρυγόνων. Πολυάριθμοι απ’ αυτούς[GLi]επιτέθηκαν με μεγάλους βράχους στα αγκυροβολημένα πλοία, τα τσάκισαν και κατασπάραξαν τα πληρώματά τους. Και μόνο ο Οδυσσέας με το πλοίο του κατάφερε να ξεφύγει και να φτάσει στο νησί της θεάς Κίρκης, κόρης του Ήλιου.
Εδώ έμειναν ένα χρόνο και ο Οδυσσέας απέκτησε από τη θεά ένα παιδί, τον Τηλέγονο. Με δική της συμβουλή ο ήρωας έπλευσε στη χώρα των Κιμμερίων, στον Άδη, όπου μίλησε με τις ψυχές νεκρών και με την ψυχή[GLi]του μάντη Τειρεσία, που του είπε τι πρέπει να κάνει για να φτάσει στην Ιθάκη και τι να κάνει όταν φτάσει εκεί.
Συνεχίζοντας το ταξίδι ο Οδυσσέας πέρασε από τις Σειρήνες και από τα φοβερά τέρατα Σκύλλα και Χάρυβδη, όπου έχασε άλλους έξι συντρόφους, και έφτασε στη Θρινακία, το νησί του θεού Ήλιου. Εδώ, παρά την προειδοποίησή του, οι σύντροφοί του έσφαξαν και έφαγαν τα βόδια του θεού. Όταν έφυγαν, ο Ήλιος οργισμένος ζήτησε από το Δία να τους τιμωρήσει, και αυτός τσάκισε το καράβι τους μ’ έναν κεραυνό.
Οι σύντροφοι του Οδυσσέα πνίγηκαν όλοι και αυτός σώθηκε μόνος στην Ωγυγία, το νησί της θεάς Καλυψώς.
Στην Ωγυγία ο Οδυσσέας έμεινε επτά ολόκληρα χρόνια.
Η θεά τον κρατούσε θέλοντας να τον έχει άντρα της.
Αυτόν όμως τον έτρωγε η νοσταλγία και «επιθυμούσε να δει και καπνό να βγαίνει από την πατρική γη και ας πέθαινε». Τελικά, με την παρέμβαση της Αθηνάς, την απόφαση του Δία και τη μεταβίβαση της εντολής του από τον Ερμή στην Καλυψώ, η τελευταία επέτρεψε στον Οδυσσέα να κατασκευάσει μια σχεδία και να φύγει.
Στο δρόμο όμως τον είδε ο Ποσειδώνας, που ήταν οργισμένος με τον Οδυσσέα, γιατί είχε τυφλώσει το γιο του, τον Κύκλωπα Πολύφημο, τσάκισε με δυνατή τρικυμία τη σχεδία του και ο ήρωας έφτασε κολυμπώντας και σε άθλια κατάσταση στο νησί των Φαιάκων.
Εδώ ο Οδυσσέας συναντήθηκε πρώτα με τη Ναυσικά, κόρη του βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοου.
Αυτός φιλοξένησε τον ταλαιπωρημένο ήρωα στο ανάκτορό του, όπου ο Οδυσσέας είπε ποιος είναι και αφηγήθηκε όλες τις περιπέτειές του. Τέλος, ο Αλκίνοος του έδωσε πλούσια δώρα και ένα γρήγορο καράβι που τον έφερε στην πατρίδα του την Ιθάκη.
Ένας τελευταίος άθλος που τον περίμενε εδώ ήταν να αντιμετωπίσει το πλήθος των μνηστήρων που είχαν συγκεντρωθεί στο παλάτι του για να πάρουν γυναίκα τους την Πηνελόπη, καθώς θεωρούσαν τον Οδυσσέα χαμένο οριστικά. Με την πανουργία και τη γενναιότητά του και με τη βοήθεια του γιου του Τηλέμαχου, το χοιροβοσκού Εύμαιου και του γελαδάρη Φιλοίτιου κατόρθωσε να τους εξοντώσει.
Ακολούθησε η αναγνώρισή του από την Πηνελόπη και, τέλος, η συμπλοκή με τους συγγενείς των νεκρών μνηστήρων, που τη σταμάτησε με την παρέμβασή της η θεά Αθηνά.
Σύμφωνα με μια παράδοση, ο Οδυσσέας έζησε την υπόλοιπη ζωή του στην Ιθάκη, όπου και πέθανε σε βαθιά γεράματα. Σύμφωνα με μια άλλη όμως, ακολουθώντας και τις υποδείξεις του Τειρεσία για την εξιλέωση του Ποσειδώνα, πήρε στον ώμο ένα κουπί και κίνησε πεζός να βρει μια χώρα που οι κάτοικοί της δε θα γνώριζαν τη θάλασσα και δε θα ήξεραν τι είναι το κουπί. Αυτό έγινε στη Θεσπρωτία, όπου θεώρησαν το κουπί λιχνιστήρι. Εκεί ο Οδυσσέας θυσίασε στον Ποσειδώνα και η βασίλισσα της χώρας Καλλιδίκη τον κράτησε κοντά της, παραχωρώντας του τη βασιλεία. Μαζί της απέκτησε και ένα γιο, τον Πολυποίτη. Κι όταν η Καλλιδίκη πέθανε, ο Οδυσσέας παρέδωσε τη βασιλεία στον Πολυποίτη και ξαναγύρισε στην Ιθάκη.
Κάποτε ο Τηλέγονος, ο γιος του Οδυσσέα και της Κίρκης, που αναζητούσε τον πατέρα του, έφτασε και στην Ιθάκη και έκανε στο νησί καταστροφές.
Ο Οδυσσέας βγήκε να τον αντιμετωπίσει και ο Τηλέγονος τον σκότωσε, χωρίς να ξέρει ότι είναι ο ίδιος ο πατέρας του.
Όταν το έμαθε, μετέφερε στο νησί της μητέρας του το σώμα του Οδυσσέα, καθώς και την Πηνελόπη και τον Τηλέμαχο.
Εκεί η Κίρκη τούς έκανε αθάνατους και η Πηνελόπη παντρεύτηκε τον Τηλέγονο ενώ η Κίρκη τον Τηλέμαχο.
Αυτή η εκδοχή υπήρχε στο χαμένο σήμερα επικό έργο «Τηλεγονία».