Γλαύκος – Glaukos

Γλαύκος

. . . Θαλασσινός Θεός των αρχαίων Ελλήνων, που λατρευόταν κυρίως από τους ναυτικούς των Κυκλάδων, τον παρίσταναν σα γέρο γενειοφόρο με σώμα ψαριού από τη μέση και κάτω.

Τον φαντάζονταν ως κήτος ή με ανθρώπινη μορφή, που είχε γένια από φύκια και όστρακα κολλημένα σ’ όλο του το σώμα.

Συνόδευε το Νηρέα στις θαλάσσιες περιπλανήσεις του, μαζί με τις Αλκυόνες και τις Νηρηίδες, το φίλο του Μελικέρτη και[GLi] τα άλλα πνεύματα του νερού. Οι ναυτικοί απευθύνονταν σ’ αυτόν, για να τους προστατέψει από τους κινδύνους, τον αγαπούσαν και τον τιμούσαν τον αποκαλούσαν από σεβασμό «Γέροντα», ή, «Γέρο θαλασσινό», όπως άλλωστε και τον Φόρκη, τον Τρίτωνα, τον Πρωτέα και τον Νηρέα.

Πίστευαν πως μια φορά το χρόνο διέσχιζε τις θάλασσες και επισκεπτόταν όλα τα νησιά και τα λιμάνια, για να δείξει σ’ όλους την αγάπη του. Όπως και άλλοι θεοί της θάλασσας, είχε προφητικές ικανότητες και μάλιστα έλεγαν ότι ο ίδιος ο Απόλλωνας είχε μαθητεύσει κοντά του.

Ο παλιότερος μύθος για τον Γλαύκο προέρχεται από την παραλιακή πόλη Ανθηδόνα της Βοιωτίας, απέναντι από την Εύβοια. Οι ψαράδες εκεί διηγούνταν πως ο Γλαύκος ήταν κάποτε συνάδελφός τους.

Μια μέρα, εκεί που ήταν ξαπλωμένος σ’ ένα λιβάδι για να ξεκουραστεί από το ψάρεμα, πρόσεξε ότι ένα από τα ψάρια που είχε πιάσει δάγκωσε το χορτάρι -το ίδιο που και ο ίδιος ήταν ξαπλωμένος

Έκπληκτος αποφάσισε να δοκιμάσει και ο ίδιος ένιωσε τότε μια υπερκόσμια δύναμη και πήδηξε στη θάλασσα. Οι θεοί θέλησαν να τον κρατήσουν ανάμεσά τους ως αθάνατο και του αφαίρεσαν τη θνητή του υπόσταση.
Μεταγενέστεροι μύθοι έλεγαν πως πήδησε στη θάλασσα από απελπισία, επειδή οι θεοί τον έκαναν βέβαια αθάνατο, δεν του χάρισαν όμως και την αιώνια νεότητα.

Μια άλλη πιθανή εκδοχή ήταν ότι λούστηκε στα νερά μιας πηγής που χάριζε την αθανασία. Επειδή οι συμπατριώτες του δεν τον πίστεψαν κι εκείνος δεν μπορούσε να τους αποδείξει τη νέα του φύση, έπεσε στη θάλασσα.

Τέλος, έλεγαν ότι ο Γλαύκος ρίχτηκε στο πέλαγος από αγάπη για τον αγαπημένο του φίλο Μελικέρτη, ο Μελικέρτης ήταν θνητός, που πριν τον Γλαύκο είχε πέσει στη θάλασσα και οι θεοί τον είχαν κάνει αθάνατο. Ως θαλασσινός δαίμονας ονομαζόταν έπειτα Παλαίμονας.

Οι ψαράδες, γενικά, τον φαντάζονταν να κάθεται ψηλά σ’ ένα βράχο και να προλέγει τις συμφορές τους, θρηνώντας ταυτόχρονα για τη δική του αθανασία. Εκείνοι, κουρνιασμένοι στη βάρκα τους, προσπαθούσαν με κάθε τρόπο ν’ αποτρέψουν το κακό, με προσευχές στους θεούς να τους εξευμενίσουν.

Παππούς του Γλαύκου ήταν ο Λάρυμνος κα[GLi]ι ως γονείς του αναφέρονται οι ακόλουθοι: ο Ανθηδόνας και η Αλκυόνη, ο Πόλυβος και η Εύβοια, ο Κοπέας και η Εύβοια ή ο Ποσειδώνας και κάποια Ναϊάδα.

ΝΥΜΦΕΣ ΓΛΑΥΚΟΥ

Πίστευαν πως ο Γλαύκος είχε αγαπήσει την Ύδνα, κόρη ενός περίφημου δύτη, του Σκύλου, καθώς και τη Σύμη, κόρη του Ιαλυσού και της Δωρίδας.
Τη Σύμη την απήγαγε και την έφερε στην ακτή της Μικράς Ασίας, όπου και εγκαταστάθηκαν σ’ ένα νησάκι.

Από τότε το νησί αυτό έχει το όνομα της κόρης.

Ο Γλαύκος είχε αγαπήσει κι άλλες κοπέλες, οι έρωτές του αυτοί, όμως, ήταν άτυχοι. Είχε προσπαθήσει να κατακτήσει την όμορφη Σκύλλα, εκείνη όμως τον απέκρουσε. Εκείνος τότε, με τη βοήθεια της Κίρκης ή του Ποσειδώνα, τη μάγεψε και την έκανε τέρας φοβερό.

Επίσης πλησίασε την Αριάδνη, όταν ο Θησέας την είχε εγκαταλείψει στη Νάξο. Ο Γλαύκος ήρθε τάχα να την παρηγορήσει, τον σταμάτησε όμως έγκαιρα ο Διόνυσος και τον έδεσε.

Την ικανότητά του να προλέγει το μέλλον την είχε χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει αρκετούς ταξιδιώτες. Είχε παρουσιαστεί στον Μενέλαο, κοντά στο ακρωτήριο Μαλέας, για να του προφητέψει τα μελλούμενα, καθώς και στους Αργοναύτες για το ταξίδι τους.
Άλλωστε, είχε ήδη λάβει μέρος ο ίδιος στη ναυπήγηση του καραβιού τους, της Αργού.

Θαλασσινός Θεός των αρχαίων Ελλήνων, που λατρευόταν κυρίως από τους ναυτικούς των Κυκλάδων τον παρίσταναν σαν γέρο γενειοφόρο με σώμα ψαριού από την μέση και κάτω.

Ο Γλαύκος λέγεται ότι, έφαγε ένα μαγικό χόρτο και έγινε αθάνατος . . . χωρίς να του δώσουν όμως τη νεότητα. . . Άλλοι λένε ότι ο Γλαύκος ήπιε το αθάνατο νερό κι έγινε θαλάσσιος θεός. . .

  1. Ο Ανθηδόνιος. Ψαράς, γιος του Ποσειδώνα και της Ναΐδας ή του Ανθηδόνα και της Αλκυόνας.
    Έφαγε ένα μαγικό χόρτο και η Τηθύς με τον Ωκεανό τον έκαναν αθάνατο χωρίς να του δώσουν όμως τη νεότητα.
    Πίστευαν ότι ήταν δαιμονική θαλάσσια θεότητα με ουρά ψαριού, μακριά γενειάδα και πράσινες ανταύγειες στο σώμα του.
  2. Ο Ποτνιέας. Γιος του Σίσυφου, βασιλιά της Κορίνθου, και πατέρας του Βελλεροφόντη. Τον κατασπάραξαν τα μανιασμένα άλογά του ή ήπιε το αθάνατο νερό κι έγινε θαλάσσιος θεός. Η εμφάνισή του προμήνυε κακό για τους ναυτικούς.
  3. Γιος του Μίνωα και της Πασιφάης. Πνίγηκε σ’ ένα πιθάρι με μέλι και τον ανάστησε ο μάντης Πολυΐδης ή ο Ασκληπιός.
  4. Τρώας, γιος του Ιππόλοχου και εγγονός του Βελλεροφόντη. Ήταν ονομαστός για την εξυπνάδα και τη γενναιότητά του.
  5. Τρώας, που βοήθησε τον Πάρη να κατακτήσει την Ελένη. Πολέμησε εναντίον των Ελλήνων.

Επιμέλεια Άρθρου : Γεώργιος Λυμπερόπουλος

George Li

Σχετικά με Γεώργιος Λυμπερόπουλος

Είμαι Ηλεκτρονικός όπου τα τελευταία μου τωρινά χρόνια έμαθα να χειρίζομαι τους Ηλεκτρονικούς υπολογιστές, από την κατασκευή αλλά και από τον προγραμματισμό τους θα έλεγα πολύ καλά. Ευχαριστώ που διαβάζετε την ιστοσελίδα μου!

Δείτε όλα τα άρθρα του/της Γεώργιος Λυμπερόπουλος →