ροδακινιά – peach tree

Ροδακινιά

Κατάγεται από την Κίνα και την Ιαπωνία, από όπου διαδόθηκε στην Περσία και από εκεί κατά τα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, μετά σε [GLi] άλλες ευρωπαϊκές χώρες και τελευταία στην Αμερική.

Είναι φυλλοβόλο δέντρο, μέτριας ανάπτυξης (68 μ.). Έχει πιο επιπόλαιο ριζικό σύστημα από την αμυγδαλιά και από τη βερικοκιά.

Ο βλαστός της έχει πράσινο ως ερυθροϊώδες χρώμα και σε μεγάλη ηλικία σχίζεται και ρυτιδώνεται.

Τα φύλλα της ροδακινιάς είναι λεπτά, λογχοειδή, χωρίς χνούδι, με τέσσερα χαρακτηριστικά νεκτάρια στο μίσχο τους.

Τα άνθη της, που είναι άσπρα ή ρόδινα, εμφανίζονται πάντα πριν από τα φύλλα και είναι μακροπέταλα στις πρώιμες και μικροπέταλα στις όψιμες ποικιλίες.

Ο καρπός της, που είναι δρύπη με το χαρακτηριστικό αυλάκι από τη μια πλευρά, είναι χνουδωτός (εκτός από τα μηλοροδάκινα ή νεκταρίνια) με πυρήνα (κουκούτσι) κόκκινο και αυλακωτό, στον οποίο περιέχεται το σπέρμα.

Η σάρκα του καρπού είναι, ανάλογα με την ποικιλία, άσπρη, κίτρινη, κοκκινωπή ή πράσινη. Όταν κατά την ωρίμανση το κουκούτσι ξεχωρίζει από τη σάρκα, το ροδάκινο λέγεται εκπύρηνο ή απλά γιαρμάς, όταν όμως δεν ξεχωρίζει, λέγεται συμπύρηνο ή απλά ροδάκινο.


Η ροδακινιά είναι δέντρο των θερμών εύκρατων ζωνών, καλλιεργείται ως το 47° βόρειο γεωγραφικό πλάτος και η καλλιέργειά της[GLi] συμβαδίζει με τη ζώνη καλλιέργειας του αμπελιού. Η κανονική ζώνη καλλιέργειας της ροδακινιάς είναι μεταξύ 20° και 41°C. Για να καρποφορήσει κανονικά χρειάζεται ορισμένες ώρες το χρόνο (500600 ώρες) με χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα (κάτω των 7°C).


Επειδή η ροδακινιά δεν αντέχει σε δυνατούς ανέμους, αλλά και για να αποφεύγονται οι ανοιξιάτικες παγωνιές, πρέπει να καλλιεργείται σε απάνεμες και ελαφρά επικλινείς τοποθεσίες.


Η ροδακινιά θέλει υψηλές θερμοκρασίες για να ωριμάσει τους καρπούς της, γι’ αυτό στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη καλλιεργείται σε σχήμα παλμέτας σε τοίχους νότιων πλευρών. Το δέντρο ευδοκιμεί σε ελαφρά εδάφη, χωρίς πολύ ασβέστιο, γιατί παθαίνει χλώρωση, και χωρίς υγρασία, γιατί οι καρποί της γίνονται νερουλοί και άνοστοι.


Επειδή είναι πολύ αποδοτικό δέντρο, είναι και πολύ απαιτητικό σε λιπαντικές ουσίες, κυρίως σε άζωτο και κάλιο και λιγότερο σε φωσφόρο. Ανάλογη λοιπόν πρέπει να είναι η λίπανση με θειική ή νιτρική αμμωνία και με καλιούχα και φωσφορικά λιπάσματα, καθώς και με κοπριά αν υπάρχει. Η ροδακινιά πρέπει να ποτίζεται σε τακτικά χρονικά διαστήματα, γιατί τα ακανόνιστα ποτίσματα προκαλούν στον καρπό σχίσιμο του πυρήνα. Τα ποτίσματα πρέπει να γίνονται κάθε τρεις-τέσσερις εβδομάδες, όταν η ροδακινιά είναι μπολιασμένη[GLi] πάνω σε αμυγδαλιά, και κάθε 23 εβδομάδες, όταν είναι μπολιασμένη πάνω σε δαμασκηνιά, και γενικά να γίνονται συχνότερα κοντά στην ωρίμανση των καρπών.


Η ροδακινιά πολλαπλασιάζεται με σπόρο για το μικρό δέντρο που θα χρησιμοποιηθεί ως υποκείμενο, το οποίο μετά εμβολιάζεται με την επιθυμητή ποικιλία.

α) Ως υποκείμενα χρησιμοποιούνται: για ξερά ή χαλικώδη ή ασβεστώδη εδάφη η αμυγδαλιά, για ελαφριά ή μέτρια υγρά ή λίγο ασβεστώδη εδάφη η ροδακινιά, για συνεκτικά ή πολύ υγρά εδάφη η δαμασκηνιά, για πολύ ασβεστώδη εδάφη η κορομηλιά και σπάνια η βερικοκιά.


β) Ο εμβολιασμός με την επιθυμητή ποικιλία γίνεται πάνω σε υποκείμενο με κοιμώμενο οφθαλμό (ενοφθαλμισμός) ή με κέντρισμα (εγκεντρισμός) και πρέπει να είναι υπόφλοιος ή στεφανίτης, γιατί άλλου είδους κέντρισμα δημιουργεί μεγάλες τομές και κίνδυνο κομμίωσης, ασθένεια από την οποία προσβάλλεται πολύ εύκολα η ροδακινιά.


γ) Στο φύτεμα χρησιμοποιούνται κυρίως δενδρύλλια με μονοετές εμβόλιο και σπανιότερα με κοιμώμενο οφθαλμό. Επειδή η ροδακινιά δεν αναπτύσσει μεγάλη κόμη, το φύτεμα γίνεται σε αποστάσεις 6-8 μ.
Παρόλο που οι περισσότερες ποικιλίες της ροδακινιάς αυτογονιμοποιούνται, καλό είναι να φυτεύονται δενδρύλλια 2-3 ποικιλιών μαζί, γιατί έτσι αυξάνεται η καρποφορία τους με τη διασταύρωση. Η ποικιλία ωστόσο Χαλ, που έχει τελείως στείρα γύρη, πρέπει απαραίτητα να φυτεύεται μαζί με άλλη ποικιλία.


δ) Με το κλάδεμα δίνουμε στη ροδακινιά διάφορα σχήματα, όπως του κανονικού κυπέλλου ή του ελεύθερου κυπέλλου ή του αντεστραμμένου [GLi]κώνου (κλάδεμα Tonini) με 35 μόνο βραχίονες ή, τέλος, του τροποποιημένου κώνου με βραχίονες και υποβραχίονες για περισσότερη καρποφορία. Επίσης κάνουμε κλάδεμα καρποφορίας, δηλαδή αντικατάστασης των βλαστών που καρποφόρησαν για να βγουν άλλοι στο ίδιο σημείο, επειδή η ροδακινιά καρποφορεί πάντα σε βλαστούς του προηγούμενου μόνο χρόνου. Στη ροδακινιά μπορεί να γίνει κλάδεμα ανανέωσης σε δέντρα που έχουν γεράσει (2025 χρόνων), αλλά είναι υγιή, με κόψιμο των βραχιόνων του δέντρου μισό μέτρο πάνω από τη διακλάδωση, για να αποκτήσουν καινούρια κόμη.


Επειδή η ροδακινιά καρποφορεί πολύ, κάνουμε αραίωμα και αφήνουμε κατά μήκος κάθε βλαστού έναν καρπό σε κάθε 68 εκ. Τα ροδάκινα δεν ωριμάζουν μετά τη συλλογή, γι’ αυτό κόβονται ώριμα. Αν πρόκειται να ταξιδέψουν, κόβονται 45 μέρες πριν από την τέλεια ωρίμανσή τους. Στο ψυγείο δεν μπορούν να συντηρηθούν, γιατί χειροτερεύει η ποιότητά τους (γίνονται άνοστα). Η χημική σύνθεση του καρπού είναι 80% περίπου νερό, 11% σάκχαρα, 5% κόμμεα, 0,9% πρωτεΐνες, 1,1% οξέα, 1,2% κυτταρίνη και σε ελάχιστο ποσοστό ασβέστιο και άλλες ουσίες.


Από τις πρώιμες ποικιλίες κυριότερες είναι τα «μαγιάτικα» και τα «αμερικάνικα», που έχουν κόκκινη φλούδα και άσπρη τραγανή σάρκα και αντέχουν στη μεταφορά. Από τις ποικιλίες μέσης πρωιμότητας η κυριότερη είναι η Elberta [GLi]με τις παραλλαγές της, όπως η κιτρινόσαρκη του Ιουνίου, η κοκκινόσαρκη του Ιουλίου και η πρασινόσαρκη του Αυγούστου, η οποία είναι από τις πιο εμπορικές ποικιλίες με μεγάλο όγκο παραγωγής και είναι εκπύρηνη (γιαρμάς). Από τις όψιμες η κυριότερη ποικιλία είναι η Hale, που έχει μεγάλο σφαιρικό καρπό (300500 γραμμ.) και ωριμάζει τον Αύγουστο. Τέλος, υπάρχουν διάφορες ποικιλίες που παράγουν καρπό χωρίς χνούδι, τα νεκταρίνια ή μηλοροδάκινα.


Ως ευαίσθητο δέντρο η ροδακινιά προσβάλλεται από πολλά έντομα, όπως ο καπνώτης, η πράσινη μελίγκρα, ο καρποσκώληκας, η μύγα της Μεσογείου, η καρπόκαψα, η βαμβακάδα, που καλύπτει τον κορμό και τους βλαστούς, κ.ά. Επίσης προσβάλλεται από αρρώστιες που προκαλούνται από μύκητες, βακτήρια και ιούς, από τις οποίες κυριότερες είναι το κατσάρωμα των φύλλων, το ωίδιο, το κορύνεο, η μονίλια και οι αρρώστιες που προκαλούνται από τους ιούς (μωσαϊκή και μικροφυλλία στα φύλλα και μικροκαρπία).

Η ροδακινιά είναι το πιο αποδοτικό σε χρήμα δέντρο που καλλιεργείται στην Ελλάδα. Αρχίζει να καρποφορεί από τον 3ο- 4ο χρόνο, αυξάνει την καρποφορία του ως τον 8ο –10ο χρόνο, τη διατηρεί σταθερή ως το 16ο-18ο χρόνο και είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμη ως τον 25ο χρόνο. Επειδή τα ροδάκινα δεν μπορούν να διατηρηθούν για πολλές μέρες, [GLi]πρέπει να καλλιεργούνται ποικιλίες με διαφορετικό χρόνο ωρίμανσης, από τις πιο πρώιμες ως τις πιο όψιμες, ώστε να είναι όσο το δυνατό πιο μεγάλη η περίοδος προσφοράς τους, για να μπορούν να απορροφηθούν τόσο από την αγορά του εσωτερικού, όσο και να επαρκέσουν τα μεταφορικά μέσα για την εξαγωγή τους στο εξωτερικό.
 

George Li

Σχετικά με Γεώργιος Λυμπερόπουλος

Είμαι Ηλεκτρονικός όπου τα τελευταία μου τωρινά χρόνια έμαθα να χειρίζομαι τους Ηλεκτρονικούς υπολογιστές, από την κατασκευή αλλά και από τον προγραμματισμό τους θα έλεγα πολύ καλά. Ευχαριστώ που διαβάζετε την ιστοσελίδα μου!

Δείτε όλα τα άρθρα του/της Γεώργιος Λυμπερόπουλος →

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *