Το οικοδόμημα που είναι αφιερωμένο στο θεό, η κατοικία του θεού. Ο όρος προέρχεται ετυμολογικά από το αρχαιοελληνικό ρήμα «ναίω» που σημαίνει κατοικώ. . . .
Η μορφή και η αντίληψη για το ναό εξαρτάται από τη θρησκεία και τον πολιτισμό κάθε λαού.
Ορισμός : Ναός = κτίριο αφιερωμένο στη λατρεία του Θεού σε οποιαδήποτε θρησκεία, εκτός από τη Χριστιανική[GLi](Εκκλησία) και τη Μουσουλμανική (Τέμενος, Τζαμί). Μνημεία εξαιρετικής τέχνης παραμένουν οι ναοί της Αρχαίας Ελλάδας.
Αίγυπτος : Οι ναοί των αρχαίων Αιγυπτίων ανήκαν σε δύο είδη.
Υπήρχαν εκείνοι που ήταν αφιερωμένοι στη μνήμη του νεκρού βασιλιά και εκείνοι που χτίζονταν για τη λατρεία κάποιας θεότητας.
Οι πρώτοι χτίζονταν μπροστά στις πυραμίδες και περιείχαν τμήμα δημόσιο και τμήμα ιερό, εκτός των αποθηκών.
Η μοναδική περίπτωση ταφικού ναού που να περιέχει την πυραμίδα, χρονολογείται από την 11η δυναστεία και είναι του βασιλιά Μεντουχοτέπ (2050 π.Χ.).
Οι ναοί που ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία των θεών διακρίνονται σε δύο βασικούς τύπους: τους κλασικούς και τους ηλιακούς.
Οι κλασικοί ναοί του Νέου Βασιλείου (1580-1166 π.Χ.), οι οποίοι διατηρούνται καλύτερα σε σχέση με τους αρχαιότερους, είναι ένα πελώριο αρχιτεκτονικό σύνολο που αποτελείται από διάφορα στοιχεία:
το δρόμο, που έχει στα πλάγια δύο σειρές Σφιγγών,
τον πυλώνα,
την αυλή με στεγασμένες[GLi]κιονοστοιχίες στις δύο πλευρές και τον κύριο ναό που περιλαμβάνει πρόναο και σηκό.
Τέτοιοι ναοί είναι του Άμμωνα στο Καρνάκ, της Θηβαϊκής Τριάδας στο Λούξορ, του Αθόρ στην Ντεντέρα. Στους ηλιακούς ναούς κυριότερο στοιχείο της λατρείας ήταν ο οβελίσκος. Η κεντρική αυλή δεν είχε στέγη, γύρω όμως υπήρχαν στεγασμένες αίθουσες.
Μεσοποταμία : Ο ναός αποτελείται από ορθογώνια παραλληλεπίπεδα τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο, έτσι ώστε να σχηματίζουν μια κλιμακωτή πυραμίδα. Στην κορυφή της υπήρχε ο κύριος ναός. Ο τύπος αυτός του ναού ονομάζεται ζιγκουράτ.
Αρχαία Ελλάδα : Στη μινωική και μυκηναϊκή εποχή δεν υπήρχαν ναοί αλλά μόνο βωμοί και κάποιοι ιεροί χώροι. Ο αρχαίος ελληνικός ναός εμφανίζεται για πρώτη φορά στο τέλος της γεωμετρικής περιόδου (1100-700 π.Χ.) και αρχιτεκτονικά προέρχεται από το μυκηναϊκό μέγαρο. Αρχαιότερα λείψανα ελληνικών ναών που βρέθηκαν είναι το δεύτερο Ηραίο της Σάμου και ο αρχαϊκός ναός του Θέρμου στην Αιτωλία (7ος αι. π.Χ.).
Οι βασικοί ρυθμοί του αρχαίου ελληνικού ναού καθορίζονται από τον κίονα και τη λειτουργία του στην κιονοστοιχία που περιβάλλει το ναό.
Έτσι διακρίνονται σε ναούς δωρικού και ιωνικού ρυθμού, ενώ αργότερα εμφανίζεται και ο ναός κορινθιακού ρυθμού.
Οι ελληνικοί ναοί είναι χτισμένοι πάνω σε κρηπίδωμα που η πάνω επιφάνειά του λέγεται στυλοβάτης, όπου πατούν οι τοίχοι του ναού και οι κίονες.
Ο ναός στην ολοκληρωμένη του μορφή αποτελείται από τον πρόναο ή πρόδομο, το σηκό, δηλαδή τον καθαυτό χώρο του ναού, και τον οπισθόδομο.
Το χτίσμα αυτό περιβάλλει από όλες τις πλευρές σειρά κιόνων, η περίστασις ή πτερό.
Στην είσοδο του πρόναου υπάρχουν κίονες[GLi]ζυγού ή περιττού αριθμού. Συχνά μπροστά από τις παραστάδες και τους κίονες αυτούς υπάρχει άλλη μια σειρά κιόνων και τότε ο ναός λέγεται πρόστυλος, ενώ αν έχει και οπισθόδομο πρόστυλο λέγεται αμφιπρόστυλος.
Το εσωτερικό του σηκού χωριζόταν με κίονες σε δύο ή τρία τμήματα, τις υποστάσεις.
Όταν οι κίονες του σηκού ήταν δωρικοί, τότε κάθε κιονοστοιχία ήταν δίτονη, αποτελούνταν δηλαδή από δύο σειρές κιόνων, τη μια πάνω στην άλλη. Από την εποχή του Περικλή στην Αθήνα άρχισαν να χρησιμοποιούν στο εσωτερικό των δωρικών ναών τους ραδινούς ιωνικούς κίονες.
Το άδυτο, όταν περιείχε το λατρευτικό άγαλμα, δεν ήταν προσιτό σε κανέναν.
Άλλοτε όμως χρησίμευε για τη φύλαξη αναθημάτων και επικοινωνούσε και με τον οπισθόδομο.
Η περίσταση του ναού όταν είναι απλή, ο ναός λέγεται περίπτερος, όταν είναι διπλή δίπτερος και όταν είναι απλή, αλλά έχει το πλάτος διπλής, ψευδοδίπτερος.
Ανάλογα με το ύψος και το πάχος των κιόνων και τις αποστάσεις μεταξύ τους, οι ναοί διακρίνονται σε πυκνόστυλους, σύστυλους, εύστυλους, διάστυλους και αραιόστυλους.
Πάνω από τους κίονες είναι το επιστύλιο και η ζωφόρος, που αποτελούν το θριγκό και ακολουθεί η δικλινής στέγη, που στις δύο στενές πλευρές οι τριγωνικές απολήξεις της σχηματίζουν τα αετώματα, τα οποία μαζί με τους ακροκεράμους και τα ακρωτήρια αποτελούν τη στέγη του ναού.
Τα οικοδομικά υλικά των ναών της γεωμετρικής εποχής ήταν μικροί θραυστοί λίθοι, ωμές πλίνθοι, πηλός και ξύλα.
Αργότερα χρησιμοποιείται ο λίθος και τέλος το μάρμαρο.
Σ’ όλους τους ελληνικούς ναούς υπάρχει πλούσιος γλυπτικός διάκοσμος, ο οποίος ήταν χρωματιστός, όπως άλλωστε και ο θριγκός των ναών.
Πρέπει να σημειωθεί πως ο αρχαίος ελληνικός[GLi] ναός δεν ήταν ένας χώρος για την τέλεση λατρείας στο εσωτερικό του, αλλά ένα εικαστικό έργο που προσφερόταν στο θεό.
Ρώμη : Ο ρυθμός που χρησιμοποιήθηκε περισσότερο στους ρωμαϊκούς ναούς είναι ο κορινθιακός. Ανάμεσα στο ρωμαϊκό και τον ελληνικό ναό υπάρχουν διαφορές, όπως το υψηλό πόδιο πάνω στο οποίο είναι χτισμένος ο ρωμαϊκός ναός, οι μνημειώδεις κλίμακές του και το βαθύ προστώο που δημιουργείται μπροστά στο σηκό.
Οι πιο γνωστοί ρωμαϊκοί ναοί είναι το Καπιτώλιο και το Πάνθεο της Ρώμης, με τον τεράστιο φατνωματικό τρούλο και το οπαίο στο κέντρο του, από το οποίο φωτίζεται ο ναός.
Εσωτερικά υπήρχαν κόχες με αγάλματα.
Χριστιανικοί ναοί : Βασικός ρυθμός που επικράτησε κατά τον 4ο αιώνα, όταν πια ο χριστιανισμός έγινε επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, είναι η βασιλική.
Λαμπρά δείγματα βασιλικής είναι οι ναοί του Αγίου Δημητρίου και της Αχειροποιήτου στη Θεσσαλονίκη, του Αγίου Απολλινάριου του Νέου και του Αγίου Απολλινάριου in Classe στη Ραβέννα κ.ά.
Παράλληλα με τη δρομική βασιλική αναπτύσσεται ο τύπος του περίκεντρου κτιρίου, που στεγάζεται με τρούλο, όπως οι Άγιοι Σέργιος και Βάκχος στην Κωνσταντινούπολη και ο Άγιος Βιτάλιος στη Ραβέννα. Ο συνδυασμός της δρομικής βασιλικής με το περίκεντρο κτίριο θα δημιουργήσει τη βασιλική με τρούλο με αντιπρόσωπο την πολυσύνθετη μορφή της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. Από την ιουστινιάνεια εποχή και μετά ο τρούλος θα αποτελεί το κύριο αρχιτεκτονικό στοιχείο του βυζαντινού ναού, σ’ όλους τους τύπους του, τον οκταγωνικό (Δαφνί, Νέα Μονή Χίου), το σταυροειδή εγγεγραμμένο (Άγιοι Θεόδωροι Αθηνών, Παναγία Χαλκέων, Αγία Αικατερίνη, Άγιοι Απόστολοι Θεσσαλονίκης κ.ά.) και τον ελεύθερο σταυροειδή της μεταβυζαντινής εποχής. Οι εσωτερικές επιφάνειες του βυζαντινού ναού στολίζονται με έγχρωμες ορθομαρμαρώσεις, ψηφιδωτά και τοιχογραφίες.
Διακρίνονται τέσσερις βασικοί ρυθμοί στους χριστιανικούς ναούς της Δύσης:
α) Ρομανικός. Επικράτησε μετά τον Κάρολο το Μεγάλο (9ος αι.). Οι ναοί του ρυθμού αυτού είναι μεγάλες μακρόστενες τρίκλιτες βασιλικές, που ανατολικά διαμορφώνονται με εγκάρσιο κλίτος. Χαρακτηριστικό[GLi] γνώρισμα είναι το καμπύλο τόξο και η ημικυκλική καμάρα. Το ρομανικό ρυθμό συναντάμε στη Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία (λομβαρδικός ρυθμός) και στη Γερμανία.
β) Γοτθικός. Οι ναοί είναι τρίκλιτες βασιλικές με εγκάρσιο κλίτος. Τη γοτθική αρχιτεκτονική χαρακτηρίζουν τα τεθλασμένα τόξα και τα διαγώνια ψαλιδωτά τόξα που στηρίζουν το θόλο. Πρότυπο του ρυθμού αυτού είναι η Παναγία των Παρισίων (12ος αι.). Το γοτθικό ρυθμό συναντάμε κυρίως στη Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία (καθεδρικός ναός της Κολονίας) και στην Αυστρία.
γ) Αναγεννησιακός (14ος αι.). Ο τύπος του ναού αυτού είναι το περίκεντρο κτίριο με τρούλο. Ο ναός αποκτά πλούτο και μεγαλοπρέπεια με τη διακόσμησή του.
δ) Μπαρόκ (17ος και 18ος αι.). Οι ναοί είναι μονόκλιτοι καμαροσκέπαστοι. Τα χαρακτηριστικά του ρυθμού είναι το φορτικό, το[GLi]ανόργανο και το πολύπλοκο. Χαρακτηριστικό δείγμα του είναι ο ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Ο ρυθμός αυτός άνθησε και στην Ισπανία.
Στη σύγχρονη εποχή οι χριστιανικοί ναοί στις διάφορες χώρες ακολουθούν τις τάσεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, που λαμβάνει όμως υπόψη τις απαιτήσεις της λατρείας κάθε δόγματος.