(ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ)
Το τέταρτο γράμμα του ελληνικού αλφάβητου και το τρίτο κατά σειρά σύμφωνο. Το ελληνικό όνομά του είναι δέλτα. Πήρε το σχήμα του από την πόρτα της καλύβας ή της σκηνής, όπως δηλώνει και το σημιτικό του όνομα «ντάλεθ». Αντιστοιχεί στο λατινικό d, στο σανσκριτικό d, στο t των βόρειων λαών και στο γερμανικό z. Υποθέτουμε[GLi]πως η αρχαία προφορά του ήταν όμοια με του λατινικού d. Σήμερα την προφορά αυτή την κρατά μόνο όταν υπάρχει, πριν από το δ, ν (π.χ. ένδεκα). Στις άλλες περιπτώσεις η προφορά του γίνεται με ελαφρό δάγκωμα της άκρης της γλώσσας, που την πιέζουμε στα επάνω εμπρόσθια δόντια.
Επεξηγήσεις του Δέλτα
Μετά από το σ ή μπροστά από το j το δ γίνεται z (Αθήνας – δε = Αθήνα – ζε, ελπίδjω = ελπίζω). Πριν από το μ γίνεται σ (οδμή = οσμή). Μεταβάλλεται σε άλλο γράμμα όταν μέσα στη λέξη υπάρχει και άλλο δ (δορκάδι = ζαρκάδι). Πολλές φορές αλλάζει και όταν μέσα στη λέξη υπάρχει άλλο οδοντωτικό σύμφωνο (διατί = γιατί). Αναπτύσσεται ανάμεσα σε δύο σύμφωνα που προφέρονται δύσκολα (ανήρ – ανέρος – ανρ-ός – ανδρός).
Ως αριθμός το δ με οξεία σημαίνει τέσσερα[GLi]ή τέταρτος (δ΄). Με την οξεία κάτω αριστερά (‚δ) σημαίνει 4.000 και με δύο τελείες ή μια μικρή γραμμή από πάνω ( ή ) σημαίνει 40.000.
Το Δ είναι και γεωγραφικό σύμβολο και σημαίνει Δύση-Δυτικά.