HXOS

ήχος – ichos

Η κραδαστική κίνηση των μορίων ενός σώματος, η οποία διαδίδεται σ’ ένα ελαστικό μέσο και αποτελεί την αιτία για τη διέγερση του αισθητηρίου της ακοής. . .

ήχος – ichos Διάβασε περισσότερα
Ομοαξoνικό Καλώδιο

ομοαξονικό – omoaxoniko

Είδος χάλκινου καλωδίου που χρησιμοποιείται στην καλωδιακή τηλεόραση και σε συγκεκριμένα είδη τοπικών δικτύων υπολογιστών. . . .

ομοαξονικό – omoaxoniko Διάβασε περισσότερα
ημιαγωγοί

ημιαγωγοί – semiconductors

Υλικά των οποίων η ηλεκτρική αγωγιμότητα έχει ενδιάμεση τιμή ανάμεσα στην αγωγιμότητα των αγωγών και των μονωτών. . . .

ημιαγωγοί – semiconductors Διάβασε περισσότερα
Διαμόρφωση Διάδωσης

διαμόρφωση κύματος – wave shaping

Μεταβολές του πλάτους ή της συχνότητας των υψίσυχνων κυμάτων με την επενέργεια κυμάτων χαμηλής συχνότητας. . . .

διαμόρφωση κύματος – wave shaping Διάβασε περισσότερα

Διαφορικό – Diaforiko

Εξάρτημα του αυτοκινήτου που έχει ως προορισμό να διαφοροποιεί τις στροφές που δέχεται από τον κεντρικό άξονα και να τις μοιράζει στον κάθε τροχό ανάλογα με την περίπτωση και τη μορφή της κίνησης. . . .

Διαφορικό – Diaforiko Διάβασε περισσότερα