(Αρχιτεκτονικής)
Ημισφαιρική κατασκευή που χρησιμοποιείται για κάλυψη χώρου, η οποία εναλλακτικά (στη θρησκευτική[GLi]αρχιτεκτονική) ονομάζεται και τρούλος. Κατά την αρχαιότητα στην κατασκευή θόλων είχαν επιδοθεί οι πολιτισμοί της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου.
Παλαιότατα παραδείγματα θόλου στον ελλαδικό χώρο μπορούν να θεωρηθούν οι θολωτοί τάφοι των Μυκηνών, της Τίρυνθας και του Ορχομενού. Το τέλος της μυκηναϊκής εποχής συνδυάζεται με τη διακοπή της αρχιτεκτονικά εξελιγμένης αυτής μορφής. Επανεμφανίζεται στη γεωμετρική εποχή και συνήθως εξυπηρετεί λατρευτικές ή αποθηκευτικές χρήσεις. Κατά την κλασική εποχή χτίζεται στην αγορά της Αθήνας ο θόλος που σύμφωνα με τις γραμματειακές πηγές χρησιμοποιούνταν ως χώρος σίτισης των πρυτάνεων. Από τη μετακλασική εποχή πιο γνωστός είναι ο θόλος της Επιδαύρου, κτίσμα του 4ου αι. π.Χ. στο χώρο του ναού του Ασκληπιού, ενώ αξιομνημόνευτο παράδειγμα αποτελεί και ο θόλος της Ολυμπίας, το γνωστό Φιλίππειον, καθώς και το Αρσινόειον της Σαμοθράκης, έργα του 4ου και 3ου αι. π.Χ.
Οι Ρωμαίοι αναπτύσσουν την οικοδόμηση του θόλου στην πιο γνήσια μορφή του Πάνθεου της Ρώμης, διαμέτρου 43 μ., ο οποίος αν νοερά επεκταθεί προς τα κάτω σχηματίζει τέλεια σφαίρα, ενώ τέλειο ημισφαίριο σχηματίζουν και οι εσωτερικοί του τοίχοι. Η χρήση του θόλου στα πρώτα χριστιανικά χρόνια αφορά μικρές κυκλικές κατασκευές, όπως μαυσωλεία και βαπτιστήρια. Με πρότυπο το Πάνθεον [GLi] της Ρώμης κατασκευάστηκε στην ύστερη αυτοκρατορική εποχή και η Ροτόντα της Θεσσαλονίκης. Σε αυτά τα παραδείγματα, όμως, δεν παρουσιάζεται καμιά δυσκολία στήριξης, γιατί ο τρούλος στηρίζεται σε οριζόντιο κυλινδρικό τοίχο ίδιας διαμέτρου. Το πρόβλημα έγκειται στην τοποθέτησή του σε τετράγωνη επιφάνεια. Η σχετική λύση στη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική της Ανατολής αποτυπώνεται τον 6ο αι. στο μεγαλοπρεπή τρούλο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη (ύψος γύρω στα 60 μ., διάμετρος 32 μ.), που στηρίζεται σε 4 μεγάλα τόξα. Τα τόξα αυτά ανοίγονται από κάτω και φέρονται σε 4 πεσσούς, τα «λοφία». Στις γωνίες των τόξων σχηματίζονται τα λεγόμενα «σφαιρικά τρίγωνα». Πολλές φορές ο τρούλος σε λοφία δεν επέτρεπε μεγάλο εσωτερικό φωτισμό. Γι’ αυτό οι αρχιτέκτονες παρενέβαλλαν μεταξύ θόλων και λοφίων ένα κυλινδρικό τύμπανο, όπου ανοίγονταν παράθυρα. Την εποχή αυτή οι αρχιτέκτονες χρησιμοποιούσαν τούβλα κατά διαδοχικούς δακτυλίους, ενώ είναι εμφανείς και οι επιρροές της αρμενικής μνημειακής αρχιτεκτονικής.
Στους χριστιανικούς ναούς ο θόλος συμβολίζει τον ουρανό, γι’ αυτό και ζωγραφίζεται εκεί ο Χριστός ως Παντοκράτορας σε υπερφυσικό μέγεθος. Πολλές φορές ένας ναός μπορεί να έχει περισσότερους από έναν θόλους-τρούλους τοποθετημένους σε σχήμα σταυρού, ίσους μεταξύ τους ή και διαφορετικής διαμέτρου (Παρηγορήτισσα της Άρτας).
Κατά τα χρόνια της αναγέννησης και του μπαρόκ οι θόλοι τροποποιήθηκαν και ως προς την καλλιτεχνική διακόσμηση και ως προς τη δομή. Ο πρώτος μεγάλος θόλος της πρώιμης αναγέννησης χτίστηκε μεταξύ 1420-36 από το Φιλίπο Μπρουνελέσκι. Ο οκταγωνικός αυτός θόλος στέγασε τον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας. Το 1546 ο Μιχαήλ Άγγελος σχεδίασε τον επιβλητικό μνημειακό θόλο της βασιλικής του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Από την περίοδο του μπαρόκ αξιομνημόνευτα δείγματα θόλων στη χριστιανική αρχιτεκτονική αποτελούν αυτοί του Αγίου Λουδοβίκου στο Παρίσι που χτίστηκε μεταξύ 1676-1706 και του καθεδρικού του Αγίου Παύλου στο Λονδίνου, ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1711. Η χριστιανική αρχιτεκτονική διακρίνεται για τους θόλους με ελλειπτική κάτοψη και διαμορφώνονται, επίσης, οι βολβοειδείς ρωσικοί τρούλοι.
Στην οικοδόμηση θολωτών κτιρίων μακρά υπήρξε και η παράδοση της ισλαμικής αρχιτεκτονικής. Από τα πρωιμότερα παραδείγματα τέτοιων κτισμάτων είναι η θολωτή κατασκευή που απέκτησε στη μνημειακή του μορφή το 691 το τέμενος του Ομάρ στην Ιερουσαλήμ. Το Μπλε Τζαμί στην Κωνσταντινούπολη και[GLi]το ισλαμικό αρχιτεκτονικό σύνολο του Τατζ Μαχάλ στην πόλη Άγκρα της Ινδίας που κατασκευάστηκε στα μέσα του 17ου αι. συνιστούν δύο από τα διασημότερα και πιο θαυμαστά προϊόντα της σχετικής αρχιτεκτονικής όχι μόνο στο χώρο του Ισλάμ αλλά και της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής παράδοσης.
Περίφημοι θόλοι κατασκευάστηκαν στους νεότερους χρόνους και για μη λατρευτικούς σκοπούς. Περίφημος είναι ο θόλος του Καπιτωλίου στην Ουάσιγκτον, ο οποίος χτίστηκε με πρότυπο το Πάνθεον της Ρώμης, σχεδιάστηκε στα τέλη του 18ου αι. και έλαβε τη σημερινή του μορφή το 1863, ενώ σπουδαίας σημασίας υπήρξε στον 20ό αι. η συμβολή του Ρ. Βακμίνστερ Φούλερ, ο οποίος το 1947 εφεύρε το λεγόμενο γεωδαισικό θόλο. Πρόκειται για κατασκευή που συνίσταται σε αλληλοσυνδεόμενα τετράεδρα και οκτάεδρα από ελαφρά υλικά και αφήνει το εσωτερικό ελεύθερο από δομικά υποστηρίγματα.
Ο γεωδαισικός θόλος χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία στο γιγάντιο βοτανικό κήπο του στο Σεντ Λούις του Μισούρι (1960), ενώ ο σιδερένιος θόλος της Astrodome Sports Arena στο Χιούστον (1965) και ο θόλος από οπλισμένο σκυρόδεμα στο Palazzeto των Σπορ στη Ρώμη, κτίριο που ετοιμάστηκε για τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1960, είναι δύο ακόμη λαμπρές κατασκευές που εφαρμόζουν τον ανάλογο τύπο. Γεωδαισικοί είναι επίσης οι θόλοι που [GLi]συγκροτούν το σύμπλεγμα του «Σχεδίου Εδέμ», το γιγάντιο βοτανικό θερμοκήπιο στην Κορνουάλη, το οποίο άνοιξε τις πύλες του στους επισκέπτες το 2001.