[(τα)Μπαχαρικά] Όρος που αναφέρεται σε διάφορα αποξηραμένα μέρη φυτών που χρησιμοποιούνται ως αρωματικά ή αρτυματικά (γευστικά) στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική.
Μπαχαρικά είναι η κανέλα, το πιπέρι, το μοσχοκάρυδο, το γαρίφαλο, το σαφράνι, το κάρι κ.ά.
Τα μέρη των φυτών που χρησιμοποιούνται [GLi] ως μπαχαρικά – ρίζες, φλοιοί, άνθη, οφθαλμοί, καρποί ή σπέρματα – περιέχουν αρωματικές ή καυστικές ουσίες ή ουσίες που προσδίδουν κάποια ιδιαίτερη γεύση στο φαγητό ή λειτουργούν ως ορεκτικά